Αρ.Πρωτ.:4,31/24-1-2011. Θέμα:«Ρύθμιση οφειλών»

ΣΥΜΒΟΛΑΙΟΓΡΑΦΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ       Θεσσαλονίκη 24-1-2011
ΕΦΕΤΕΙΟΥ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ                  Αριθ.Πρωτ.4,31

Προς:
Τα μέλη του Συμβολαιογραφικού Συλλόγου
Εφετείου Θεσσαλονίκης

Θέμα: Ρύθμιση οφειλών
Σχετικό: α) Το με αριθμ.πρωτ.1164257/ΕΞ/0016/30-11-2010 και
β) Το με αριθμ.ΠΟΛ.1002/3-1-2011 έγγραφα Υπουργείου Οικονομικών

Σας κοινοποιούμε τα άνω έγγραφα του Υπουργείου Οικονομικών, για να λάβετε γνώση.

                      Με συναδελφικούς χαιρετισμούς
            Η Πρόεδρος                          Η Γεν. Γραμματέας
Ιωάννα Χρουσαλά-Μπιλίση   Αικατερίνη Καρακάση-Μπάτζιου  

 

                                                                           Να σταλεί και με e-mail
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ                        ΑΔΑ:4ΙΙΡΗ-ΗΒ ΦΕΚ 1978 Β/21.12.10
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ                  ΑΝΑΡΤΗΤΕΑ ΣΤΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ
ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ
ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΩΝ ΚΑΙ ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΩΝ
ΘΕΜΑΤΩΝ                                                           Αθήνα, 30 Νοεμβρίου 2010
1)ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ           Αριθ.Πρωτ.1164257/ΕΞ/0016
Δ/ΝΣΗ 16η ΕΙΣΠΡΑΞΗΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ
ΕΣΟΔΩΝ
Τμήμα: Α΄                                                           ΠΡΟΣ: Ως Π.Δ.
Τηλέφωνο : 210 3635963
FAX : 210 3635077
2)ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ ΚΑΙ ΕΦΚ
Δ/ΝΣΗ 19η ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΩΝ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΩΝ
ΤΜΗΜΑ Δ
Τηλ: 210 6987439-6987458

ΘΕΜΑ: Τροποποίηση της Α.Υ.Ο. 1130277/ΕΞ/2010-0016/5.10.10
(ΦΕΚ 1670 τ. Β)

ΑΠΟΦΑΣΗ
Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

Έχοντας υπόψη:
1. Τις διατάξεις του άρθρου 14 του Ν.3888/2010, όπως ισχύουν (ΦΕΚ 175 Α΄/30 Σεπτεμβρίου 2010) και ιδιαίτερα της παρ.7 με την οποία παρέχεται εξουσιοδότηση στον Υπουργό Οικονομικών να καθορίζει: α) τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες οφειλέτης που έχει υπαχθεί σε πρόγραμμα ρύθμισης από τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 1, μπορεί να υπαχθεί σε άλλο πρόγραμμα της παραγράφου 1, β) τους όρους και τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες οφειλέτες μπορούν να υπαχθούν στις ρυθμίσεις της παραγράφου 1 μετά την 29η Οκτωβρίου 2010, για χρέη που έχουν βεβαιωθεί μέχρι την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού και γ) τους όρους και τις προϋποθέσεις υπαγωγής στη ρύθμιση βεβαιωμένων αλλά μη ληξιπρόθεσμων οφειλών και δ) τις προϋποθέσεις χορήγησης και διάρκειας ισχύος του αποδεικτικού φορολογικής ενημερότητας στους οφειλέτες που είναι συνεπείς προς τις υποχρεώσεις τους και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου αυτού.
2. Τις διατάξεις των άρθρων 5 και 6 του Ν.Δ.356/74 (ΦΕΚ 90 Α).
3. Τις διατάξεις των παρ.1 και 2 του άρθρου 14 του Ν.3888/2010 με τις οποίες ορίζεται ότι ως προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής για την εφαρμογή των απαλλαγών των περιπτώσεων β έως και στ της παρ.1 λογίζονται σε κάθε περίπτωση οι προσαυξήσεις όπως έχουν διαμορφωθεί κατά την ημερομηνία καταβολής της πρώτης δόσης, η οποία έπρεπε να καταβληθεί μέχρι την 29η Οκτωβρίου2010.
4. Τη διαπίστωση ότι από την απόφαση αυτή δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού, αντίθετα επιδιώκεται η άμεση αύξηση των εσόδων.
5. Την Δ6Α1142500ΕΞ/26.10.2010 κοινή απόφαση του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Οικονομικών, με την οποία ανατέθηκε η άσκηση αρμοδιοτήτων για θέματα φορολογίας στον Υφυπουργό Οικονομικών.

ΑΠΟΦΑΣΙΖΟΥΜΕ

1. Η παράγραφος 6 της 1130277/ΕΞ/2010-0016/5.10.2010Α.Υ.Ο. (ΦΕΚ 1670 τ. Β 21.10.10) αντικαθίσταται ως εξής:
«Σε οφειλέτες που δεν έχουν υπαχθεί σε ρύθμιση της παρ.1 του αρθρ.14 του Ν.3888/2010 μέχρι 29 Οκτωβρίου 2010 παρέχεται η δυνατότητα να υπαχθούν μεταγενέστερα :
α) εφόσον ζητήσουν να υπαχθούν σε πρόγραμμα δόσεων των περιπτώσεων β. έως και στ. των διατάξεων της παρ. 1 του άρθ.14, Ν.3888/10, πρέπει να καταβάλουν πλέον της τρέχουσας δόσης και όλες τις δόσεις της ρύθμισης της επιλογής τους, των οποίων έχει παρέλθει η ημερομηνία καταβολής, από 29.10.2010 μέχρι και την ημερομηνία υποβολής της αίτησής τους για υπαγωγή στη ρύθμιση, επιβαρυμένες με προσαύξηση ένα τοις εκατό (1%) ανά μήνα.
β) εφόσον ζητήσουν να εξοφλήσουν εφάπαξ, πρέπει να καταβάλουν το σύνολο των οφειλών τους με απαλλαγή ποσοστού των προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής, όπως αυτές είχαν διαμορφωθεί στις 29.10.10, ίσο με αυτό που αντιστοιχεί στο μήνα της εξόφλησης του προγράμματος ρύθμισης, όπως προκύπτει, ανεξαρτήτως ελαχίστου ποσού δόσης, και με την επιβάρυνση της προσαύξησης του ένα τοις εκατό (1%) ανά μήνα.»
2. To τελευταίο εδάφιο της παρ.9 της 1130277/ΕΞ/2010-0016/5.10.2010 Α.Υ.Ο. (ΦΕΚ 1670 τΒ/21.10.10) αντικαθίσταται ως εξής:
«Οι υπόλοιπες δόσεις μετά την απαλλαγή, επιβαρύνονται με προσαύξηση ένα τοις εκατό (1%) ανά μήνα.»
Οι ανωτέρω αντικαταστάσεις ισχύουν από την ημερομηνία ισχύος της αρχικής Α.Υ.Ο.

Η παρούσα απόφαση να δημοσιευθεί στην εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

              Ακριβές Αντίγραφο               Ο Υφυπουργός Οικονομικών
Η Προϊσταμένη της Γραμματείας        ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΚΟΥΣΕΛΑΣ

 

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ                                        ΑΔΑ:4Α9ΛΗ-Χ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ                                  ΑΝΑΡΤΗΤΕΑ ΣΤΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ
ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΩΝ
ΚΑΙ ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ                                Αθήνα, 3 Ιανουαρίου 2011
ΓΕΝΙΚΗ Δ/ΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΩΝ ΕΛΕΓΧΩΝ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΛΕΓΧΟΥ                                               ΠΟΛ. 1002
ΤΜΗΜΑΤΑ Γ΄, Ε΄

Ταχ. Δ/νση: Κ. Σερβίας 10                                            ΠΡΟΣ: Ως Π.Δ.
Ταχ. Κώδ.: 101 84 ΑΘΗΝΑ
Τηλέφωνο: 210 3375172 - 407 - 463
FAX: 210 3375416

ΘΕΜΑ: Παροχή διευκρινίσεων για την εφαρμογή των διατάξεων
των παραγράφων 1 έως 5 του άρθρου 16 του Ν.3888/2010 και
διαβίβαση αναφορών για φορολογικά αδικήματα κατά το
άρθρο 29 του Ν.3691/2008.

Σε συνέχεια του αριθ.1130941/ΓΔ/6.10.2010 εγγράφου, με το οποίο κοινοποιήθηκαν οι διατάξεις του Ν.3888/2010 (ΦΕΚ 175 Α΄) «Εκούσια κατάργηση φορολογικών διαφορών, ρύθμιση ληξιπρόθεσμων χρεών, διατάξεις για την αποτελεσματική τιμωρία της φοροδιαφυγής και άλλες διατάξεις», παρέχουμε τις ακόλουθες διευκρινίσεις για την εφαρμογή των διατάξεων των παραγράφων 1 έως 5 του άρθρου 16 του νόμου αυτού, με τις οποίες τροποποιούνται ορισμένες διατάξεις του Ν. 2523/1997 περί ποινικών κυρώσεων για φορολογικά αδικήματα με σκοπό την αποτελεσματικότερη τιμωρία της φοροδιαφυγής:
1. Με την παράγραφο 1 του ανωτέρω άρθρου αντικαθίσταται η παράγραφος 1 του άρθρου 18 του Ν.2523/1997 , η οποία αναφέρεται στο αδίκημα της μη απόδοσης ή ανακριβούς απόδοσης στο Δημόσιο του φόρου προστιθέμενης αξίας (Φ.Π.Α.), του φόρου κύκλου εργασιών και των παρακρατούμενων και επιρριπτόμενων φόρων, τελών ή εισφορών, καθώς και στις προβλεπόμενες σχετικές ποινές. Με τις νέες διατάξεις οι προβλεπόμενες ποινές γίνονται αυστηρότερες και συγκεκριμένα ενώ με τις προϊσχύσασες διατάξεις προεβλέπετο ποινή (φυλάκιση τουλάχιστον ενός έτους ή κάθειρξη μέχρι δέκα έτη, ανάλογα με το ύψος των ποσών) για τις περιπτώσεις μη απόδοσης κλπ. που τα σχετικά ποσά των κύριων φόρων, τελών ή εισφορών υπερέβαιναν τα 3.000 ευρώ σε ετήσια βάση, με τις νέες διατάξεις προβλέπεται πλέον ποινή (φυλάκιση) και για οποιουδήποτε ύψους ποσά μέχρι 3.000 ευρώ. Συγχρόνως, επαναδιατυπώνεται και αποσαφηνίζεται, προς άρση αμφιβολιών, η έννοια του παραπάνω αδικήματος και ειδικότερα ορίζεται ότι το αδίκημα αυτό διαπράττει ο φορολογούμενος ο οποίος προκειμένου να αποφύγει την πληρωμή τους δεν απέδωσε ή απέδωσε ανακριβώς τους ως άνω φόρους, τέλη ή εισφορές ή συμψήφισε ή εξαπατώντας τη φορολογική αρχή με την παράσταση ψευδών γεγονότων ως αληθών ή την αθέμιτη παρασιώπηση ή απόκρυψη αληθινών γεγονότων, έλαβε επιστροφή Φ.Π.Α.
2. Με την παράγραφο 2 αντικαθίσταται η παράγραφος 5 του άρθρου 19 του Ν. 2523/1997, όπως αυτή προστέθηκε με την παράγραφο 2 του άρθρου 76 του Ν. 3842/2010. Σύμφωνα με τις νέες διατάξεις, αυξάνεται η ποινή φυλάκισης από τουλάχιστον δύο (2) μήνες σε τουλάχιστον τέσσερις (4) μήνες για τον υπόχρεο που δεν εκδίδει ή εκδίδει ανακριβώς τα προβλεπόμενα από τον Κ.Β.Σ. στοιχεία κατά την πώληση ή διακίνηση αγαθών ή την παροχή υπηρεσιών ή δεν καταχωρεί στα πρόσθετα βιβλία της παραγράφου 5 του άρθρου 10 του ίδιου Κώδικα τις συναλλαγές για τις οποίες δεν έχουν εκδοθεί τα οικεία στοιχεία εσόδων, εφόσον εμπίπτει στις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 13 του Ν. 2523/1997 περί αναστολής λειτουργίας επαγγελματικών εγκαταστάσεων. Περαιτέρω, αυξάνεται επίσης η ποινή φυλάκισης από τουλάχιστον τρεις (3) μήνες σε τουλάχιστον έξι (6) μήνες για τον υπόχρεο που επαναλαμβάνει τις προαναφερόμενες παραβάσεις σε διάστημα τριών (3) ετών από την έκδοση της απόφασης του Υπουργού Οικονομικών για αναστολή λειτουργίας των επαγγελματικών του εγκαταστάσεων (σχετ. και η εγκ. ΠΟΛ. 1092/14.6.2010).
3. Με την παράγραφο 3 αντικαθίσταται το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 21 του Ν. 2523/1997, βάσει δε των νέων διατάξεων επεκτείνεται η άμεση υποβολή μηνυτήριας αναφοράς αμέσως με την ολοκλήρωση του ελέγχου των φορολογικών αρχών και σε άλλες περιπτώσεις φοροδιαφυγής πέραν των ήδη προβλεπόμενων. Ειδικότερα, η μηνυτήρια αναφορά υποβάλλεται αμέσως με την ολοκλήρωση του φορολογικού ελέγχου, με βάση τα πορίσματα αυτού, στις ακόλουθες πλέον περιπτώσεις αδικημάτων:
α) επί μη απόδοσης ή ανακριβούς απόδοσης στο Δημόσιο του φόρου προστιθέμενης αξίας, του φόρου κύκλου εργασιών και των παρακρατούμενων και επιρριπτόμενων φόρων, τελών ή εισφορών, εφόσον το ποσό του κύριου φόρου, τέλους ή εισφοράς που ο υπόχρεος δεν απέδωσε ή απέδωσε ανακριβώς ή συμψήφισε ή εξαπατώντας τη φορολογική αρχή έλαβε ως επιστροφή Φ.Π.Α. υπερβαίνει σε ετήσια βάση τα εβδομήντα πέντε χιλιάδες (75.000) ευρώ,
β) επί περιπτώσεων της κατά τα ανωτέρω παραγράφου 5 του άρθρου 19 του Ν. 2523/1997, δηλαδή επί παραβάσεων υπόχρεων οι οποίοι εμπίπτουν στις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 13 του ίδιου νόμου, όπως αυτές ισχύουν, όταν το πλήθος των μη εκδοθέντων στοιχείων είναι πάνω από δέκα (10) ή υπερβαίνουν σε αξία τα πεντακόσια (500) ευρώ,
γ) επί έκδοσης ή αποδοχής εικονικών φορολογικών στοιχείων για ανύπαρκτη συναλλαγή στο σύνολό της ή για μέρος αυτής, εφόσον η συνολική αξία των εικονικών φορολογικών στοιχείων που αφορούν την ανύπαρκτη συναλλαγή στο σύνολό της ή για μέρος αυτής υπερβαίνει το ποσό των εκατόν πενήντα χιλιάδων (150.000) ευρώ (η περίπτωση αυτή προϋπήρχε).
Τονίζεται ότι, όπως ορίζεται από τις ανωτέρω διατάξεις, σε όλες τις παραπάνω περιπτώσεις ζητείται από τον αρμόδιο εισαγγελέα η κατά προτεραιότητα εκδίκαση της υπόθεσης με βάση τα πορίσματα του φορολογικού ελέγχου.
4. Με την παράγραφο 4 αντικαθίσταται το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 4 του άρθρου 21 του Ν. 2523/1997 και ορίζεται η υποχρέωση του προϊσταμένου της αρμόδιας φορολογικής αρχής σε όλες τις άλλες περιπτώσεις εκτός των αδικημάτων για τα οποία προβλέπεται ειδικό καθεστώς ως προς το χρόνο άσκησης μηνυτήριας αναφοράς (δηλ. εκτός των αδικημάτων άρθ. 19 Ν. 2523/1997 και περ. α΄ προηγούμενης παρ. 3 της παρούσας), εφόσον ο υπόχρεος δεν έχει ασκήσει προσφυγή κατά του οικείου φύλλου ελέγχου ή πράξης και δεν έχει βεβαίως επιτευχθεί συνολικός καθοιονδήποτε τρόπο συμβιβασμός ή περαίωση της διαφοράς, να υποβάλει αμελλητί σχετική μηνυτήρια αναφορά στην αρμόδια εισαγγελική αρχή, με συνημμένα όλα τα απαραίτητα σχετικά έγγραφα (αντίγραφα της οικείας έκθεσης ελέγχου και της οικείας καταλογιστικής πράξης, καθώς και των στοιχείων από τα οποία αποδεικνύεται η οριστικοποίηση της φορολογικής εγγραφής), για την άσκηση της κατά νόμο ποινικής δίωξης.
5. Με την παράγραφο 5 αντικαθίσταται η παράγραφος 5 του άρθρου 21 του Ν. 2523/1997 και επανακαθορίζεται η αρμοδιότητα των δικαστηρίων για τα αδικήματα της φοροδιαφυγής, πλημμελήματα ή κακουργήματα.
6. Οι κατά τα ανωτέρω νέες ποινικές διατάξεις του άρθρου 16 του Ν. 3888/2010 εφαρμόζονται για αδικήματα που διαπράττονται από την ημερομηνία δημοσίευσης του νόμου αυτού δηλαδή από 30.9.2010 και μετά
7. Κατόπιν των ανωτέρω και σε ό,τι αφορά την εφαρμογή των διατάξεων του Ν. 3691/2008 «Πρόληψη και καταστολή της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας και άλλες διατάξεις» (σχετ. εγκ. ΠΟΛ. 1127/31.8.2010), στα βασικά αδικήματα του άρθρου 3 του νόμου αυτού, όπως το άρθρο αυτό ισχύει, εντάσσεται πλέον από την ημερομηνία δημοσίευσης του Ν. 3888/2010, δηλαδή από 30.9.2010, και η περίπτωση α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 18 του Ν. 2523/1997, όπως η παράγραφος αυτή ισχύει ύστερα από την αντικατάστασή της με την παράγραφο 1 του άρθρου 16 του Ν. 3888/2010 (μη απόδοση κλπ. ποσών Φ.Π.Α. κλπ. μέχρι 3.000 ευρώ σε ετήσια βάση). Συνεπώς, οι Δ.Ο.Υ. και τα Ελεγκτικά Κέντρα θα πρέπει πλέον να αποστέλλουν τις αναφορές που προβλέπονται από τις διατάξεις του άρθρου 29 του Ν.3691/2008 και για τις νέες κατά τα ανωτέρω περιπτώσεις ποινικών αδικημάτων, κατ’ ανάλογη εφαρμογή της εγκυκλίου ΠΟΛ. 1127/2010.
Υπενθυμίζεται ότι δεν διαβιβάζονται αναφορές για περιπτώσεις υποθέσεων αδικημάτων φοροδιαφυγής για τις οποίες επέρχεται συνολικός διοικητικός ή δικαστικός συμβιβασμός ή με άλλο τρόπο ολική διοικητική περαίωση της διαφοράς.
Για τη διευκόλυνση των Υπηρεσιών επισυνάπτεται στην παρούσα «Νέο Υπόδειγμα 2» αναφοράς Ν. 3691/2008, σε αντικατάσταση του προηγούμενου, στο οποίο έχουν ενσωματωθεί και τα οριζόμενα από τις παραπάνω αναφερόμενες νέες διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 16 του Ν. 3888/2010.

           Ακριβές Αντίγραφο                  Ο ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Η Προϊσταμένη της Γραμματείας           ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΚΟΥΣΕΛΑΣ



Συνημμένα:  1. Το άρθρο 16 του ν.3888/2010.
                       2. Νέο Υπόδειγμα 2 αναφοράς βάσει του ν.3691/2008. 

 

ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ
ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ
Αρ. Φύλλου 175
30 Σεπτεμβρίου 2010

ΝΟΜΟΣ ΥΠ' ΑΡΙΘ. 3888
Εκούσια κατάργηση φορολογικών διαφορών, ρύθμιση ληξιπρόθεσμων χρεών, διατάξεις για την αποτελεσματική τιμωρία της φοροδιαφυγής και άλλες διατάξεις.

…….ʼρθρο 16
Διατάξεις για την αποτελεσματική τιμωρία της φοροδιαφυγής

1. Η παράγραφος 1 του άρθρου 18 του ν.2523/1997 αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Αδίκημα μη απόδοσης ή ανακριβούς απόδοσης στο Δημόσιο του φόρου προστιθέμενης αξίας, του φόρου κύκλου - εργασιών και των παρακρατούμενων και επιρριπτόμενων φόρων, τελών ή εισφορών διαπράττει ο φορολογούμενος ο οποίος προκειμένου να αποφύγει την πληρωμή αυτών δεν απέδωσε ή απέδωσε ανακριβώς τους άνω φόρους, τέλη ή εισφορές ή συμψήφισε ή εξαπατώντας τη φορολογική αρχή με την παράσταση ψευδών γεγονότων ως αληθών ή την αθέμιτη παρασιώπηση ή απόκρυψη αληθινών γεγονότων, έλαβε επιστροφή Φ.Π.Α., τιμωρούμενος: α) με φυλάκιση εφόσον το προς απόδοση ποσό του κύριου φόρου, τέλους ή εισφοράς ή το ποσό του Φ.Π.Α. που συμψηφίσθηκε ή δεν αποδόθηκε ή αποδόθηκε ανακριβώς, ανέρχεται σε ετήσια βάση έως το ποσό των τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ, β) με φυλάκιση τουλάχιστον ενός (1) έτους, εφόσον το προς απόδοση ποσό του κύριου φόρου, τέλους ή εισφοράς ή το ποσό του Φ.Π.Α. που συμψηφίσθηκε ή δεν αποδόθηκε ή αποδόθηκε ανακριβώς, ανέρχεται σε ετήσια βάση από το ποσό των τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ μέχρι το ποσό των εβδομήντα πέντε χιλιάδων (75.000) ευρώ και γ) με κάθειρξη μέχρι δέκα (10) έτη, εφόσον το ως άνω ποσό υπερβαίνει σε ετήσια βάση τα εβδομήντα πέντε χιλιάδες (75.000) ευρώ.
Σε περίπτωση συρροής περισσότερων τέτοιων φόρων, τελών ή εισφορών τα ως άνω ποσά υπολογίζονται ξεχωριστά για κάθε μερικότερο φόρο, τέλος ή εισφορά.»
2. Η παράγραφος 5 του άρθρου 19 του ν.2523/1997 αντικαθίσταται ως εξής:
«5. Επίσης, με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον τεσσάρων (4) μηνών τιμωρείται ο υπόχρεος που δεν εκδίδει ή εκδίδει ανακριβώς τα προβλεπόμενα από το π.δ. 186/1992 (Κ.Β.Σ.) στοιχεία κατά την πώληση ή διακίνηση αγαθών ή την παροχή υπηρεσιών ή δεν καταχωρεί στα πρόσθετα βιβλία της παραγράφου 5 του άρθρου 10 του ίδιου προεδρικού διατάγματος, τις συναλλαγές για τις οποίες δεν έχουν εκδοθεί τα οικεία στοιχεία εσόδων, εφόσον εμπίπτει στις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 13. Ειδικά για υπόχρεους που, κατά τα οριζόμενα στο προηγούμενο εδάφιο, εμπίπτουν στις διατάξεις του πέμπτου και έκτου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 13, επιβάλλεται ποινή φυλάκισης τουλάχιστον έξι (6) μηνών. Οι διατάξεις της παραγράφου 2 καταλαμβάνουν και το αδίκημα της παρούσας παραγράφου.»
3. Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 21 του ν. 2523/1997 αντικαθίσταται ως εξής:
«Ειδικά, στις περιπτώσεις: α) της παραγράφου 1 περίπτωση γ` του άρθρου 18, β) της παραγράφου 5 του άρθρου 19, όταν το πλήθος των μη εκδοθέντων παραστατικών στοιχείων είναι πλέον των δέκα (10) ή υπερβαίνουν σε αξία τα πεντακόσια (500) ευρώ και γ) της περίπτωσης β΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 19, δεν ακολουθείται η διαδικασία του προηγούμενου εδαφίου, αλλά η μηνυτήρια αναφορά υποβάλλεται αμέσως με την ολοκλήρωση του ελέγχου και ζητείται από τον αρμόδιο εισαγγελέα η κατά προτεραιότητα εκδίκαση της υπόθεσης με βάση τα πορίσματα του φορολογικού ελέγχου.»
4. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 4 του άρθρου 21 του ν.2523/1997, αντικαθίσταται ως εξής:
«4. Ο προϊστάμενος της αρμόδιας δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας, με την επιφύλαξη των διατάξεων του τελευταίου εδαφίου της παραγράφου 2, εφόσον δεν ασκήθηκε προσφυγή κατά του οικείου φύλλου ελέγχου, υποβάλλει αμελλητί, σχετική μηνυτήρια αναφορά στην αρμόδια εισαγγελική αρχή, για την άσκηση της κατά νόμο ποινικής δίωξης.»
5. Η παράγραφος 5 του άρθρου 21 του ν.2523/1997 αντικαθίσταται ως εξής:
«5. Αρμόδιο δικαστήριο είναι κατά περίπτωση το τριμελές πλημμελειοδικείο ή το τριμελές εφετείο κακουργημάτων του τόπου της έδρας της αρμόδιας για τη φορολόγηση δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας.»
6. Στο τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου 13 του ν.2523/1997 προστίθενται εδάφια ως εξής:
«Αν κατά τον ίδιο έλεγχο διαπιστωθεί η μη έκδοση πλέον των δέκα (10) παραστατικών στοιχείων ή, ανεξαρτήτως του πλήθους, τα μη εκδοθέντα ή το μη εκδοθέν παραστατικό στοιχείο υπερβαίνει σε αξία τα πεντακόσια (500) ευρώ, η λειτουργία του καταστήματος, γραφείου, εργοστασίου, εργαστηρίου, αποθήκης και γενικά κάθε επαγγελματικής εγκατάστασης του υπόχρεου επαγγελματία, αναστέλλεται άμεσα για 48 ώρες, με πράξη των οργάνων που διενεργούν τον έλεγχο και η επαγγελματική εγκατάσταση σφραγίζεται με τη συνδρομή της αστυνομικής αρχής, εφόσον ζητηθεί από τα ελεγκτικά όργανα.
Η διάταξη του προηγούμενου εδαφίου εφαρμόζεται από τα ελεγκτικά όργανα υπό την προϋπόθεση ότι έχει εκδοθεί ειδική εντολή ελέγχου από τον Ειδικό Γραμματέα του Σ.Δ.Ο.Ε. για την εφαρμογή του ως άνω μέτρου κατά την ημερομηνία έκδοσης της ειδικής εντολής.
Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών μπορεί να ρυθμίζεται η ειδικότερη διαδικασία και κάθε αναγκαίο ζήτημα για την εφαρμογή του προηγούμενου εδαφίου. Η, σύμφωνα με τα δύο προηγούμενα εδάφια, αναστολή της λειτουργίας της επαγγελματικής εγκατάστασης με πράξη των ελεγκτικών οργάνων, δεν εμποδίζει την περαιτέρω αναστολή λειτουργίας της επαγγελματικής εγκατάστασης του υπόχρεου επιτηδευματία με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών σύμφωνα με όσα ορίζονται στις διατάξεις των προηγούμενων εδαφίων.»

……ʼρθρο 20
Έναρξη ισχύος

Η ισχύς των διατάξεων του νόμου αυτού αρχίζει από τη δημοσίευση του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεση του ως νόμου του Κράτους.

Αθήνα, 30 Σεπτεμβρίου 2010

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΚΑΡΟΛΟΣ ΓΡ. ΠΑΠΟΥΛΙΑΣ

ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ

ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ, ΑΠΟΚΕΝΤΡΩΣΗΣ                     ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΚΑΙ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗΣ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ
Ι. ΡΑΓΚΟΥΣΗΣ                                                     Γ. ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ

ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ, ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟΤΗΤΑΣ          ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ, ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ
ΚΑΙ ΝΑΥΤΙΛΙΑΣ                                                      ΚΑΙ ΚΛΙΜΑΤΙΚΗΣ ΑΛΛΑΓΗΣ
Μ. ΧΡΥΣΟΧΟΪΔΗΣ                                                Κ. ΜΠΙΡΜΠΙΛΗ

ΥΠΟΔΟΜΩΝ, ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ                              ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ, ΔΙΑΦΑΝΕΙΑΣ
ΚΑΙ ΔΙΚΤΥΩΝ                                                        ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ
Δ. ΡΕΠΠΑΣ                                                            Χ. ΚΑΣΤΑΝΙΔΗΣ

Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους.

Αθήνα, 30 Σεπτεμβρίου 2010

Ο ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ
               Χ. ΚΑΣΤΑΝΙΔΗΣ

(Το σχετικό νέο υπόδειγμα 2 βρίσκεται στη μορφή .pdf)